αδιαμφισβήτητος

αδιαμφισβήτητος
-η, -ο
επίρρ. αυτός που δε διαμφισβητείται, αδιαφιλονίκητος: Τα δικαιώματά του στην κληρονομιά είναι αδιαμφισβήτητα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • αδιαμφισβήτητος — η, ο [διαμφισβητώ] 1. αυτός που δεν διαμφισβητείται, αδιαφιλονίκητος, αναμφισβήτητος 2. αδιεκδίκητος …   Dictionary of Greek

  • αδήριτος — ἀδήρητος, ον (Α) [δηρίομαι] 1. ο δίχως μάχη ή αγώνα 2. αδιαφιλονίκητος, αδιαμφισβήτητος 3. ακαταμάχητος, ακατανίκητος …   Dictionary of Greek

  • αδιάμαχος — η, ο [διαμάχη] 1. (για τόπο ή χώρα) αυτός από τον οποίο δεν πέρασε μαχόμενος στρατός, ο ουδέτερος 2. αδιαφιλονίκητος, αδιαμφισβήτητος …   Dictionary of Greek

  • αδιεκδίκητος — η, ο [διεκδικώ] 1. αυτός που δεν διεκδικήθηκε ή δεν διεκδικείται 2. αυτός που δεν μπορεί να διεκδικηθεί από κανένα, αδιαμφισβήτητος, αδιαφιλονίκητος …   Dictionary of Greek

  • ευομολόγητος — εὐομολόγητος, ον (Α) αυτός τον οποίο μπορεί κάποιος να παραδεχθεί εύκολα, ο αδιαμφισβήτητος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + ομολογώ] …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Συνταγματική Ιστορία — Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σύντομη ανασκόπηση Το σύνταγμα είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου με τους οποίους ρυθμίζεται η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής εξουσίας. Επομένως, η συνταγματική ιστορία είναι η ιστορία της κρατικής… …   Dictionary of Greek

  • Καίσαρ, Γάιος Ιούλιος — (Gaius Julius Caesar, Ρώμη 100 – 44 π.Χ.). Ρωμαίος στρατηγός, πολιτικός, συγγραφέας και δικτάτορας της Ρώμης. Καταγόταν από το Ιούλιο γένος. Από τον θείο του, Μάριο, προσηλυτίστηκε στο πολιτικό στρατόπεδο των πληβείων. Η τοποθέτησή του στο πλευρό …   Dictionary of Greek

  • Κλάιν, Φέλιξ — (Felix Klein, Ντίσελντορφ 1849 – Γκέτινγκεν 1925). Γερμανός μαθηματικός. Σπούδασε μαθηματικά στο πανεπιστήμιο της Βόνης, απ’ όπου πήρε διδακτορικό δίπλωμα το 1868. Το 1872 διορίστηκε καθηγητής μαθηματικών στο πανεπιστήμιο του Ερλάνγκεν και το… …   Dictionary of Greek

  • αδιαμάχητος — η, ο αδιαφιλονίκητος, αδιαμφισβήτητος: Πολυτελής διαβίωση είναι αδιαμάχητη απόδειξη ευπορίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”